Σάββατο 12 Δεκεμβρίου 2015

Εν τάξει

Θυμάμαι ότι είχα βάλει όλες τις λέξεις σε τάξη. Μία στιγμή πιο πριν.
Να ΄χα μια στιγμή ακόμα.
Κάθομαι και κοιτάζω αγχωμένη αυτήν την παλιά μολυβοθήκη που με τόση χαρά είχες τοποθετήσει πάνω στο γραφείο. Τότε.
Κολλάω για λίγα δευτερόλεπτα στα τρία μπλε στυλό. Για να συγκεντωθώ, να ξαναβάλω τις λέξεις μου σε τάξη.

Τα βιβλία απέναντι. Όλα στέκονται ακίνητα. Κι όμως όλα έχουν ένα ίχνος ζωής πάνω τους. Μια ανάμνηση. Στοιβαγμένα σε εκείνη την τάξη που επιβάλλεται στον χώρο και κάνει ένα σπίτι να έχει τη δική του ιστορία.

Μια στιγμή νωρίτερα, αν είχα ξεκινήσει μία στιγμή νωρίτερα. Θα σου μίλαγα για τις ψυχές μας που συναντήθηκαν, που αγαπήθηκαν. Θα σου μιλούσα για όλα τα ίχνη ζωής μας που έχουν πάνω τους τα βιβλία, τα τρία μπλε στυλό κι εκείνη η μολυβοθήκη που τόσο πολύ αγαπάς. Θα σου έλεγα ότι συναντηθήκαμε από λάθος.
Ή κατά λάθος ή επειδή οι ψυχές μας αναζητούσαν το λάθος τη σωστή στιγμή.
Θα σου έλεγα, θα σου μιλούσα, θα σου μίλαγα.
Κι εσύ θα άκουγες.
Θα άκουγες και έπειτα θα λέγαμε ότι ίσως είναι καλύτερα έτσι.
Να αγαπιόμαστε δηλαδή.

Και θα λέγαμε το λάθος για σωστό και το σωστό για λάθος.
Κι ας ζούμε μία ζωή καταδικασμένη στο λάθος, εμείς θα ζούσαμε μία ζωή σωστή. Κι αυτό γιατί αγαπιόμαστε. Έτσι θα λέγαμε και μετά θα αφήναμε κι άλλα ίχνη ζωής, στο πάτωμα, στο ψυγείο, στα παράθυρα και στα τρία μπλε στυλό. Και η μολυβοθήκη που τόσο πολύ αγαπάς δε θα μου φαινόταν τώρα σαν το πιο θλιμένο πράγμα σε ολόκληρο τον κόσμο.

Μία στιγμή πιο πριν. Θα σου έλεγα κι εσύ θα άκουγες.
Θα κατέβαζα τα ρολά, θα έκλεινα τις αφάλειες στα τζάμια, θα κλείδωνα την πόρτα και θα ερχόμουν να ξαπλώσω πλάι σου.
Κι όλα θα ξαναγίνονταν εν τάξει.
Και η ζωή μας θα ήταν μια ζωή σωστή, γεμάτη από χρώματα και φωνές.

Κι εγώ θα χαλούσα διαρκώς την τάξη κι εσύ θα την επανέφερες.
Κι όλος αυτός ο κύκλος να γυρνούσε γύρω από τον εαυτό του.
Μια στιγμή πιο πριν, θα σου έλεγα κι εσύ θα άκουγες.

Κι αφού ενώθηκαν οι ψυχές μας, τώρα πώς να χωρίσουν.
Θα μου έλεγες κι εγω΄θα άκουγα. Θα μου μιλούσες κι εγώ θα έκλαιγα.

Κι ύστερα θα άρπαζες ένα από τα μπλε στυλό και θα έγραφες κάτι βιαστικά σε ένα χαρτάκι.
Κι ώσπου να έφευγες, εγώ θα σε φώναζα πίσω, θα μου έλεγες ότι δεν αξίζει να ζούμε δυστυχισμένοι. Κι ύστερα θα με έσπρωχνες απότομα.
Και η μολυβοθήκη που τόσο πολύ αγαπάς θα γινόταν κομμάτια. Θα γινόταν χοντρά, ανομοιόμορφα ίχνη μιας κάποτε ζωής, μιας κάποτε θλίψης.
Κι ύστερα θα γινόταν κάτι άχρηστο, κάτι ανούσιο. Θα την τυλίγαμε σε μια ασήμαντη σακούλα του σούπερ μάρκετ και θα την ρίχναμε με φόρα στον σκουπιδοντενεκέ. Λες και δεν υπήρξε ποτέ σημαντική, λες και δεν υπήρξε μία στιγμή πριν.
Μία στιγμή νωρίτερα όλα θα ήταν εν τάξει.


Σάββατο 18 Ιουλίου 2015

Αλλάζουμε, η ζωή αλλάζει...

Πενθώ απόψε.
Για όλα όσα λέγαμε, γίναμε, για τις φωτογραφίες που χαμογελάμε, για το τώρα που έγινε τότε και το τότε που έγινε "πότε έγινε αυτό, δε θυμάμαι".

Για τον εαυτό μου που έφυγε. Που γίνεται κάποιος άλλος.
Αλλάζουμε. Η ζωή αλλάζει.
Για την ελευθερία μου. Για αυτήν πενθώ.
Και εύχομαι να ήταν όλα τόσα εύκολα για μένα όσο και για τους άλλους.
Να ήμουν για μια στιγμή οι άλλοι.

Αλλά πάλι τι χειρότερο από την στάση, την στασιμότητα, το τίποτα, το περιμένω. Τι χειρότερο από αυτούς τους άλλους.

Σκοτώνομαι, αλλά μόνο έτσι ξέρω ότι ζω.

Σάββατο 16 Μαΐου 2015

Το όνειρο πρέπει να ζει...

Μάιος... και κάτω από τα ζακετάκια τα πρώτα κοντομάνικα ξεπροβάλλουν δειλά στο δρόμο από το Μοναστηράκι στο Θησείο!
Μάιος... και τα πρώτα μαγιό της χρονιάς απενοχοποιούν κάθε παραπανίσιο κιλό του χειμώνα στις παραλίες της Σαρωνίδας (και το "Μαύρο Λιθάρι" να μετατρέπεται σε πολύχρωμο πια!)
Μάιος... και τα πρώτα πέδιλα πατούν τους δρόμους του Αμαρουσίου και ξορκίζουν κάθε ίχνος μπότας!
Μάιος... κι εγώ κάπου εκεί ανάμεσα... να βλέπω τους αιθέρες να πετούν άτακτα στον αέρα και να ονειρεύομαι... Πότε περπατώντας ανάμεσα στο πλήθος του κέντρου, πότε στο πίσω μέρος κάποιου ταξί πηγαίνοντας, πότε στο αγαπημένο μου παγκάκι στην Πατησίων περιμένοντας το Α8...

Μάιος... Και χθες στο "προσωρινό μας στέκι"  η Σο, ο Chandleroukos κι εγώ κουβεντιάζαμε και διαφωνούσαμε σε σημείο που τα γύρω τραπέζια άρχισαν να μας κοιτούν περίεργα. (κάποιες φορές είναι τόσο ωραίο να είμαστε ΕΜΕΙΣ). Ξάπλωσα πίσω στον καναπέ και αφουγκράστηκα.. τα ανόητα χαχανητά από τις κοριτσοπαρέες δίπλα, τα διερχόμενα αυτοκίνητα, τα ζάρια από το τάβλι, τα σκυλιά απ' έξω να γαυβγίζουν πότε-πότε, μία μαμά να μιλά στο μωρό της, τα αγόρια του δημοτικού να μπιστάνε τη μπάλα του μπάσκετ και να κατευθύνονται στην πλατεία, τη Σο και τον Chandlerouko να μιλούν και το αεράκι της εποχής να ανακατεύει τους ήχους και να τους σκορπά ψηλά στον ουρανό...
κι εγώ να ονειρεύομαι....

Χαμογέλασα... Περνάω τόσο όμορφα, σκέφτηκα... και συνέχισα να διαφωνώ με τον Chandlerouko μέχρι να τον φέρω στα όριά του για να τον κοροϊδέψουμε εκ νέου με τη Σο!!
Μάιος... κι αποφάσισα να κάνω τη ζωή μου όπως ακριβώς τη θέλω ... Γιατί το όνειρο πρέπει να ζει...

Σάββατο 2 Μαΐου 2015

με αφορμή το Σ' αγαπάω...‏



Σ’ αγαπάω. Λόγια, λόγια, λόγια. Κι όταν τα λόγια γίνονται πράξεις αυτό το αναθεματισμένο «Σ΄αγαπάω» γίνεται όλο και πιο δύσκολο. Το αντίθετο δε θα ΄πρεπε να συμβαίνει; Δεσμεύεσαι σε μια πρόταση, σε μια υπόσχεση. Μια καταδίκη είναι. Μια καταδίκη που επιδιώκω κι εγώ. Κι αγαπάω. Εγκλωβίστηκα σε αυτό το συναίσθημα που σε κάνει να συγχωρείς, να παραβλέπεις, να ακούς και να μην αντιδράς σε ερεθίσματα που καταπατούν εκείνο το κάποτε εγώ που ήσουν. Και στο βωμό αυτής της καταδίκης θυσιάζουμε ό,τι πολυτιμότερο έχουμε. Την καρδιά μας και την ελευθερία μας.

Γιατί αγαπάμε και το αγαπάω είναι ρήμα. 
Το εγώ, όπως και να το κάνεις παραμένει πάντα μια αντωνυμία. Οι αντωνυμίες δε σε οδηγούν μακρύτερα από το εγώ, το εσύ και το εμείς, ενώ τα ρήματα …Αχ τα ρήματα… Τρέχουν,  γελούν, πετούν και ίσως κάποτε φτάνουν στην ευτυχία. 

μ

Παρασκευή 16 Ιανουαρίου 2015

Αν όλα ήταν αλλιώς

Αν όλα ήταν αλλιώς. Εύκολη σκέψη, περίπλοκη κατανόηση.

-Αχ, Σο μου, αν όλα ήταν αλλιώς κατέληξα στο σημερινό μας καφέ.
Κρύο. Αυτός ο Ιανουάριος είναι παγωμένος τη νύχτα. Αφελές συμπέρασμα.

Κι ο καφές μας ήταν κρύος. Και βιαστικός. Να επιστρέψουμε να μιλήσω με Εκείνον (το δικό μου θεό), να κοιμηθώ νωρίς για να ξυπνήσω εγκαίρως για τη δουλειά το πρωί.
Ανηφορίσαμε παρέα μέχρι το παρκαρισμένο αυτοκίνητο σε έναν δρόμο που συνήθιζα να γεμίζω με τόσες προσδοκίες.
Και τώρα δεν είναι παρά ένας ακόμα δρόμος.

Αν όλα ήταν αλλιώς κι αν τίποτα από τα "τώρα" δεν είχε συμβεί. Κι αν όλα τα "τότε" είχαν γίνει τώρα.
Αν όλα ήταν αλλιώς κι αν όλα ήταν ίδια...
Όχι, δεν είναι εύκολη υπόθεση...
Δεν έχει καμία σημασία σε τι, σε ποιον αναφέρομαι. Σε όλα, σε όλους, σε εκείνα, στα τότε.
Που ήθελα να είναι αλλιώς.
Αλλά δε μου έκαναν τη χάρη.