Τετάρτη 4 Απριλίου 2012

Ο καιόμενος...της Πλατείας Συντάγματος

9 παρά 10 το πρωί... φεύγω τρέχοντας απ' το σπίτι και ψάχνω σαν την τρελή για ταξί! Σε 10 λεπτά έπρεπε να ήμουν στη δουλειά κι εγω δεν είχα καλά-καλά ξυπνήσει!
Μπαίνω στο ταξί , λέω καλημέρα και προτού ακούσω τον ταξιτζή να με ρωτάει προς τα πού πηγαίνουμε, με καλωσορίζει η εκνευριστική φωνή του Γιώργου Τράγκα από τον real fm να λαϊκίζει , να ουρλιάζει, να παρεμβαίνει στα τραγούδια και τα νεύρα μου στην τσίτα! Σα να το μάντεψε ο ταξιτζής και μόλις στρίψαμε στην Κύμης ανέβασε την ένταση ακόμα παραπάνω...και σ΄αυτές τις περιπτώσεις είναι γνωστό ότι η ένταση κι ο πονοκέφαλος είναι ποσά ανάλογα...όσο αυξάνεται, αυξάνει...
-Ο Γιώργος Τράγκας και το τσιγάρο είναι τα δύο πιο ενοχλητικά παραπτώματα των απανταχού ταξιτζήδων της Ελλάδας , σκέφτηκα...
Μετά από 15 λεπτά κι ενώ κοντοζυγώναμε(εγώ, ο Τράγκας κι ο πονοκέφαλος) στη δουλειά, το αυτί μου παίρνει την είδηση για την αυτοκτονία του 77 χρονου στην Πλατεία Συντάγματος. Άφησα κατά μέρους τον πονοκέφαλο και άκουσα τον παρουσιαστή να αναρωτιέται πολύ ορθά...
"Κάποιοι αναρωτιούνται γιατί ο 77 χρονος έκανε την απόπειρα στην Πλατεία Συντάγματος...Γιατί άραγε; Για σκεφτείτε..."

Το μόνο που μου ήρθε στο νου ήταν ένα ποίημα που είχαμε διαβάσει στην γ' Λυκείου...Δεν μπορούσα να θυμηθώ σε ποιον ανήκε...Αλλά θυμόμουν ότι μιλούσε για κάποιον που πήδηξε στη φωτιά...αυτοπυρπολύθηκε προκειμένου να αφυπνίσει τον κόσμο γύρω του...
Στη δουλειά όλοι μιλούσαν για την αυτοκτονία του ηλικιωμένου, αλλά όποιον κι αν ρώτησα για το ποίημα δε γνώριζε κανείς...
Διάβασα το σημείωμα που άφησε ο 77χρονος και τότε θυμήθηκα...Τάκης Σινόπουλος...Ο καιόμενος...
Όλοι κοιτάξαμε..αλλά κανείς δεν έτρεξε να βοηθήσει... Τον 77 χρόνο, την ίδια τη Χώρα... εμείς η μάζα, στρέψαμε τα μάτια προς το θάνατο και σταθήκαμε παθητικοί ... με τα χέρια μας στη σκανδάλη του 77χρονου...

 Το παραθέτω:


Κοιτάχτε! μπήκε στη φωτιά! είπε ένας απ' το πλήθος. 
Γυρίσαμε τα μάτια γρήγορα. Ήταν
στ' αλήθεια αυτός που απόστρεψε το πρόσωπο, όταν του
μιλήσαμε. Και τώρα καίγεται. Μα δε φωνάζει βοήθεια.
Διστάζω. Λέω να πάω εκεί. Να τον αγγίξω με το χέρι μου.
Είμαι από τη φύση μου φτιαγμένoς να παραξενεύομαι.
Ποιος είναι τούτος που αναλίσκεται περήφανος;
Το σώμα του το ανθρώπινο δεν τον πονά;
Η χώρα εδώ είναι σκοτεινή. Και δύσκολη. Φοβάμαι.
Ξένη φωτιά μην την ανακατεύεις, μου είπαν.
Όμως εκείνος καίγονταν μονάχος. Καταμόναχος.
Κι όσο αφανίζονταν τόσο άστραφτε το πρόσωπο.
Γινόταν ήλιος.
Στην εποχή μας όπως και σε περασμένες εποχές
άλλοι είναι μέσα στη φωτιά κι άλλοι χειροκροτούνε.
Ο ποιητής μοιράζεται στα δυο.