Χάνονται στα αντίο της προσοχής του κενού της επόμενης στάσης, στα ίσως της ανασφάλειας, στα μάλλον της αμφιβολίας και σ' εκείνη την απαίσια μετριότητα της ατονίας που μαζί με τη μυρωδιά του τσιγάρου εμποτίζει τα ρούχα, τα μαλλιά, την κούπα του καφέ, τα χείλη σου.
Σαλπάρουν οι πανσέληνοι κι εμείς στέκουμε στάσιμοι στο τώρα, στην οθόνη που παίζει έναν αγώνα μπάσκετ, στις σκόρπιες εικόνες ανθρώπων που περνούν το δρόμο απέναντι και στο βλέμμα σου που σκόρπισε μακριά τα μάτια σου απ΄ τα δικά μου.
Κι αν επιμένω να κοιτάζω τον ουρανό είναι για να διώξω , να ξορκίσω, να κλέψω κάτι από τη μαγεία του.
Κι όσο καθαρός κι αν είναι απόψε, ακόμα δεν κατάφερα να δω ξεκάθαρα το θαύμα της ανοιξιάτικης πανσελήνου.
Σαλπάρουν οι πανσέληνοι κι εμείς στέκουμε στάσιμοι στο τώρα, στην οθόνη που παίζει έναν αγώνα μπάσκετ, στις σκόρπιες εικόνες ανθρώπων που περνούν το δρόμο απέναντι και στο βλέμμα σου που σκόρπισε μακριά τα μάτια σου απ΄ τα δικά μου.
Κι αν επιμένω να κοιτάζω τον ουρανό είναι για να διώξω , να ξορκίσω, να κλέψω κάτι από τη μαγεία του.
Κι όσο καθαρός κι αν είναι απόψε, ακόμα δεν κατάφερα να δω ξεκάθαρα το θαύμα της ανοιξιάτικης πανσελήνου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου